Πώς φτιάχτηκε και πώς εγκαινιάστηκε το γήπεδο της ΑΕΚ
Η Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως (ΑΕΚ) ιδρύθηκε τον Μάη του 1924 στο κέντρο της Αθήνας από μια ομάδα αθλητικών παραγόντων της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι σκόπευαν να συνεχίσουν εδώ τις δραστηριότητες που είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν μετά το τέλος του μικρασιατικού πολέμου. Βασικός στόχος τους ήταν να αξιοποιήσουν τους αθλητές που είχαν μείνει άστεγοι μετά τη βίαιη εκτόπισή τους προς την Ελλάδα.
Την εποχή εκείνη υπήρχαν λιγοστοί οργανωμένοι χώροι άθλησης. Ένας από τους στόχους του νεότευκτου σωματείου, σύμφωνα με το καταστατικό του, ήταν και η εξεύρεση «καταλλήλου γηπέδου (σ.σ. δηλαδή οικοπέδου) πρὸς ἐγκατάστασιν Γυμναστηρίου, ὅπου θὰ ἀσκοῦνται εἰς πάντα τὰ εἴδη καὶ συστήματα ἀθλήσεως καὶ γυμναστικῆς τὰ μέλη τοῦ Συλλόγου».
Από νωρίς, οι παράγοντες του σωματείου επιδίωξαν την εξασφάλιση ενός χώρου που θα μπορούσαν να στεγαστούν οι πρώτες δραστηριότητες, που ήταν ο στίβος, το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο. Ωστόσο, οι πρώτες προπονήσεις της ποδοσφαιρικής ομάδας της ΑΕΚ έγιναν σε δημόσιο χώρο, στους στύλους του Ολυμπίου Διός.
Ο προσφυγικός χαρακτήρας της ομάδας δεν μπορούσε παρά να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα εξασφάλιζε την έδρα της. Σύμφωνα με τον Πάνο Μακρίδη (Ἡ ἱστορία τῆς ΑΕΚ, Ἔκδοσις ἐφημερίδος «Ἀθλητικὴ Ἠχώ», Ἀθῆναι 1953, σελ. 28-30), «γύρω στὰ 1926 μὲ πρωτοβουλία τοῦ κ. Ι. Χρυσάφη ποὺ ἦταν σύμβουλος τῆς ΑΕΚ καὶ μέλος τῆς “Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς Στεγάσεως Προσφύγων” ἔγιναν ἐνέργειες στὸ Ὑπουργεῖο Προνοίας καὶ παραχωρήθηκε στὴν Κεντρικὴ Ἐπιτροπὴ Στεγάσεως ἕνας δενδροφυτευμένος καὶ ἀνώμαλος χῶρος στὴν Φιλαδέλφεια. Ἡ Ἐπιτροπὴ χαρακτήρισε τὸν χῶρο σὰν γυμναστήριο – μελλοντικὸ βέβαια – γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν προσφύγων. […] Τὸν καιρὸ ὅμως ἐκεῖνο ὁ συνοικισμὸς Ν. Φιλαδέλφειας προχωροῦσε καὶ ἦταν κίνδυνος ἂν δὲν μετατρέπονταν ὁ χῶρος σὲ πραγματικὸ γυμναστήριο νὰ καταληφθῆ ἀπὸ τοὺς οἰκιστᾶς. Οἱ Ἀεκτζῆδες φίλαθλοι καὶ ποδοσφαιρισταὶ ἐμπρὸς στὸν κίνδυνο πῆραν μία πραγματικὰ ἱστορικὴ ἀπόφασι. Μαζεύθηκαν ἕνα βράδυ, καμμιὰ ἑκατοσταριά, μὲ τσεκούρια, φτιάρια, μαχαίρια καὶ ξύλα καὶ δουλεύοντας ἀδιάκοπα κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ φεγγαριοῦ ὡς τὸ πρωί, ξερρίζωσαν ὅλα τὰ δένδρα. […] Ὕστερα, μὲ ἐθελοντικὴ κυρίως ἐργασία βάλθηκαν νὰ δώσουν στὸ χῶρο κάποια μορφὴ γηπέδου. Χρησιμοποιώντας τὴν πέτρα ποὺ περίσσευε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ τῶν ἐργολάβων ποὺ ἔκτιζαν τὰ προσφυγικὰ σπίτια, ὕψωσαν μία πρόχειρη μάνδρα. […] Ἔτσι, μὲ τὸ τίποτε, ὅπως στὰ παραμύθια, ἐκεῖ ποὺ ἄλλοτε βρισκόταν ἕνα ἀνώμαλο κατάφυτο ὕψωμα ξεπρόβαλε “ὡς διὰ μαγείας” ἕνα τεράστιο γήπεδο».
Σύμφωνα με άλλες πηγές, η παραχώρηση της έκτασης του Ποδονίφτη στην ΑΕΚ έγινε τυπικά το 1929, κατόπιν προσωπικής παρέμβασης του δημοσιογράφου της Κωνσταντινούπολης και πρώτου προέδρου του σωματείου Κωνσταντίνου Σπανούδη στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Πάντως ο Σπανούδης, που το 1932 άφησε την προεδρία της ΑΕΚ για να γίνει βουλευτής του Κόμματος των Φιλελευθέρων, είναι εκείνος που πιστώνεται ως πρόεδρος του σωματείου με τα επίσημα εγκαίνια του νέου γηπέδου, στις 2 Νοεμβρίου 1930. Ο λόγος του, μάλιστα, σύμφωνα με το Ελεύθερον Βήμα της επόμενης ημέρας, ήταν «πολὺ μακρὺς καὶ πολὺ φιλοπόλεμος».
Το γεγονός των εγκαινίων δεν πέρασε απαρατήρητο από τον τύπο. Βρισκόμαστε στην καρδιά της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929, ενώ στην Ελλάδα οι πληγές του μικρασιατικού δεν έχουν ακόμη κλείσει και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις καλά κρατούν. Ο ποδοσφαιρικός κόσμος είναι χωρισμένος σε δυο στρατόπεδα. Όπως γράφει η Βραδυνή, προαναγγέλλοντας τα εγκαίνια του γηπέδου στον Ποδονίφτη, «[τ]ὸ μικρόβιον τῆς πολιτικῆς δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ μὴ προσβάλη καὶ τοὺς διοικοῦντας τὰ διάφορα ποδοσφαιρικὰ σωματεῖα. Ἔτσι μίαν ὡραίαν πρωΐαν ὁ ποδοσφαιρικὸς κόσμος καὶ μαζὺ τοῦ ὁ φίλαθλος βρέθηκε χωρισμένος εἰς κόμματα… ποδοσφαιρικὰ καὶ ἐξηναγκάζετο εἰς ἕνα θανάσιμον ἀλλοεξοντωτικὸν πόλεμον. Καὶ σήμερον αἱ Ἀθῆναι καὶ ὁ Πειραιᾶς εὑρίσκονται χωρισμένοι εἰς δύο μεγάλα ποδοσφαιρικὰ κόμματα. Τοῦ Ὀλυμπιακοῦ-Α.Ε.Κ. καὶ τοῦ Παναθηναϊκοῦ-μικρῶν Σωματείων Πειραιῶς καὶ Ἀθηνῶν. Κόμματα τῶν ὁποίων ὁ συναγωνισμὸς ἔφθασεν εἰς τὸ ἀπροχώρητον». Και αφού ο συντάκτης εκφράζει την λύπη του που το φίλαθλο κοινό παρακολουθεί μόνο τους αγώνες της ομάδας που υποστηρίζει, καταλήγει: «[Η] πολιτικὴ τῶν παραγόντων ἄλλα ζητεῖ. Τὴν οἰκονομικὴν ἐξάντλησιν μίας τῶν δύο παρατάξεων. Καὶ αὐτὴ δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν αὐθόρμητον ἐκδήλωσιν τῶν φιλάθλων μαζῶν πρός κάθε ἐξαιρετικὸν ἀγωνιστικὸν ποδοσφαιρικὸν γεγονὸς πότε τῆς μίας καὶ πότε τῆς ἑτέρας τῶν παρατάξεων».
Όπως γίνεται αντιληπτό, αν και το ποδόσφαιρο ήταν τότε νεαρό και ερασιτεχνικό, το ζήτημα των εσόδων των σωματείων βρισκόταν ήδη στο προσκήνιο. Η Εσπερινή γράφει την επομένη των εγκαινίων: «Ἤδη διὰ τῆς ἱδρύσεως καὶ ἑτέρου ἀκόμη γηπέδου τὰ εἰσιτήρια τῶν γηπέδων πρέπει νὰ μειωθοῦν διὰ νὰ δύνανται νὰ παρακολουθοῦν τοὺς ἀγώνας κάθε τάξεως φίλαθλοι. Ἡ Ἕνωσις λοιπὸν Κων/πόλεως πρέπει νὰ συντελέση πρὸς τοῦτο δίδουσα πρώτη τὸ παράδειγμα καὶ καθορίζουσα τιμᾶς λαϊκᾶς εἰς τὸ γήπεδόν της. Ἐπ’ οὐδενὶ δὲ λόγω νὰ ἰσχυρισθῆ ὅτι ἔχει καταβάλει ἔξοδα δι’ αὐτό, διότι καὶ ὁ Παναθηναϊκὸς δὲν ἔχει ἐξοδεύσει ὀλιγώτερα διὰ τὸ γήπεδόν του. Τότε μόνον ἡ Ἕνωσις θὰ ἐκτελέση καθ’ ὅλα τὸν καθαυτὸ ἀθλητικόν της προορισμόν. Τὰ γήπεδα πρέπει νὰ ἔχουν λαϊκᾶς τιμᾶς διὰ νὰ εἰσέρχωνται καὶ προπονοῦνται, γυμνάζονται καὶ παρακολουθοῦν ἀγώνας κάθε τάξεως νέοι καὶ νὰ μὴ ἀποτελοῦν τοῦ λοιποῦ μέσα χρηματισμοῦ τῶν κατόχων τῶν συλλόγων».
Πάντως, αρκετές χιλιάδες φίλαθλοι έφτασαν ως στον Ποδονίφτη για να δουν όρθιοι τον φιλικό αγώνα ΑΕΚ-Ολυμπιακού, εκείνο το κυριακάτικο απόγευμα. Πρόκειται για πρωτόγνωρο γεγονός για τον νεαρό προσφυγικό συνοικισμό, όπως γράφει και το Ελεύθερον Βήμα την επομένη: «Οἱ κάτοικοι τοῦ Ποδονίφτη δὲν φαίνεται νὰ ἐκατάλαβαν χθὲς μεγάλα πράγματα, καὶ ἴσως νὰ μὴ μπορέσουν ἀκόμη νὰ ἐξηγήσουν τί εἶνε ἐκεῖνο ποὺ ἔκαμε τόσους ἀνθρώπους, τόσες κυρίες καὶ δεσποινίδες, νὰ ἐκκινήσουν ἀπὸ τὰς Ἀθήνας καὶ τὸν Πειραιὰ καὶ νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸν συνοικισμὸν τῶν. Καὶ δὲν ἐκατάλαβαν, διότι ἡ τελετὴ τῶν ἐγκαινίων τοῦ γηπέδου τῆς “Ἐνώσεως” ἔδιδε οἰκογενειακὸν χαρακτήρα εἰς τὴν συνάντησιν “Ὀλυμπιακοὺ”-“Ἐνώσεως”. Ἀλλὰ δὲν θὰ ἀργήσουν νὰ καταλάβουν, καὶ ὅταν καταλάβουν, δὲν θὰ ἀργήσουν νὰ χρωματισθοῦν… Ἤδη οἱ ταράτσες τῶν πλησιεστέρων σπιτιῶν ἤσαν γαρνιρισμένες μὲ περιέργους ποὺ φαίνονταν νὰ μελετοῦν περὶ τίνος ἀκριβῶς πρόκειται. Αὔριον ἡ περιέργεια θὰ μεταβληθῆ εἰς ἐνδιαφέρον καὶ τὸ ἐνδιαφέρον, ὅσον ὁ “προσβληθείς” ἐξελίσσεται, θὰ ἀνέρχεται τὰ σκαλοπάτια ἕως ὅτου φθάση εἰς τὴν κορυφὴν –βλέπε φανατισμόν, “ἔξω ρέφερη καὶ τὰ ρέστα”– καὶ τότε ὁ συνοικισμὸς θὰ ἀλλάξη ἀσφαλῶς ὄψιν…».
π.
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Χαμπέρι, φύλλο 2, Ιούλης 2013, σελ. 2, στην στήλη “Στιγμές από την ιστορία της Ν. Φιλαδέλφειας”