Η Σαντρά, μια εργαζόμενη μητέρα με προβλήματα κατάθλιψης, έχει στη διάθεσή της δύο μέρες και μία νύχτα για να πείσει τους 16 συναδέλφους της να αλλάξουν γνώμη και να αποποιηθούν το μπόνους τους, όρο που έχει θέσει η εργοδοσία ώστε να μη χάσει εκείνη τη δουλειά της.
Mε ένα καίριο και ευαίσθητο κοινωνικό ζήτημα καταπιάνονται για ακόμη μια φορά οι αδελφοί Νταρντέν και επιστρέφουν στην μεγάλη οθόνη για να μας διηγηθούν μια ειλικρινή ιστορία. Μια ιστορία αυτογνωσίας-σχόλιο για τη σημερινή εργασιακή πραγματικότητα και τη βαρβαρότητα που επιβάλει το αδυσώπητο καπιταλιστικό σύστημα με το διαχρονικό όπλο τού «διαίρει και βασίλευε» που έχει στα χέρια του και από την άλλη την αποξένωση και την αλλοτρίωση που κυριαρχεί στους εργαζόμενους και τους οδηγεί μέχρι στο σημείο να απωλέσουν κάθε αίσθημα συναδελφικής και ταξικής αλληλεγγύης.
Μέσα σε ένα φυσικό σκηνικό και μια αποστασιοποιημένη υποκριτική από την Μαριόν Κοτιγιάρ, παρακολουθούμε με ντοκιμενταριστική ματιά την πρωταγωνίστρια σε μια προσπάθεια να πείσει τους συναδέλφους της μέσα σε ένα σαββατοκύριακο να επιλέξουν ανάμεσα σε κείνη και το μπόνους τους. Η ακτινογραφία του σύγχρονου ανθρώπου στα κοινωνικά θέματα, όπως η αλληλεγγύη, η συντροφικότητα σε αντιδιαστολή με τον εγωισμό και την καταναλωτική μανία παρουσιάζεται μπροστά στα μάτια μας. Κάθε συνάντηση της Σαντρά και μια μικρή αποκάλυψη. Κάθε χτύπημα πόρτας και μια γροθιά στο στομάχι. Άνθρωποι κενοί και εγωιστές ή άνθρωποι που παλεύουν να μη χάσουν κάθε ηθική και ανθρωπιά μέσα σε ένα χωρίς ηθική εργασιακό περιβάλλον, εμφανίζονται από πόρτα σε πόρτα κάνοντάς μας να απορούμε πότε θα επέλθει το ξέσπασμα της. Το σκηνοθετικό δίδυμο όμως ξέρει τι κάνει. Αφήνει την Σαντρά να αντιδράσει μέσα στα όρια που της επιτρέπει ο χαρακτήρας της και τελικά τη δικαιώνει με ένα ρεαλιστικό μεν, αλλά και αισιόδοξο φινάλε που μας επιβεβαιώνει ότι η πάλη είναι που έχει σημασία στο τέλος. Το αν δόθηκε ο αγώνας. Και αυτή είναι η προσωπική της νίκη.
Οι ανθρωποκεντρικές αφηγήσεις των Νταρντέν, χωρίς περιττούς μελοδραματισμούς, ανέδυαν ανέκαθεν κοινωνικά προβλήματα όπως η ανεργία, η νεανική εγκληματικότητα, ο κοινωνικός αποκλεισμός και άλλα. Με αποφυγή κάθε είδους διδακτισμού, διατηρώντας ωστόσο την έντονη κριτική ματιά τους, εστιάζουν στις ιστορίες αυτές καθαυτές, ανθρώπων καθημερινών, ανθρώπων που δοκιμάζονται και υποφέρουν όχι μόνο εξαιτίας ενός άγριου καπιταλιστικού συστήματος, αλλά και προσωπικών επιλογών μη αντίστασης και υποταγής. Δεν παίζουν σε καμία περίπτωση όμως το ρόλο του δικαστή σε αυτές τις προσωπικές επιλογές, ούτε μπαίνουν σε διαδικασία δικαιολόγησης της εκάστοτε στάσης, αλλά αντιθέτως αφήνουν την ίδια την ιστορία να εξηγήσει τις κοινωνικές συμπεριφορές.
Ο άνθρωπος στους Νταρντέν είναι ένα ψηφιδωτό το οποίο μεταμορφώνεται μέσα στις συνθήκες στις οποίες ζει. Δεν υπάρχει ο καλός και ο κακός. Υπάρχει μόνο το ηθικό δίλημμα που ξυπνάει το αίσθημα της ατομικής τους ευθύνης. Και αυτό το δίλημμα είναι που κάνει τους ήρωες να πάρουν στο τέλος μια γενναία απόφαση που έρχεται σε αντιδιαστολή με την προηγούμενη στάση τους. Μια ελπιδοφόρα απόφαση που εντοπίζει την ουσία στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και που δεν επιδιώκει να συμφιλιωθεί με τον σκληρό και άξενο κόσμο στην αέναη προσπάθειά του να την καταπνίξει αλλά να τον αλλάξει.
Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα (Deux Jours, Une Nuit), Γαλλία-Βέλγιο 2014, διάρκεια 95’, σκηνοθεσία Ζαν-Πιερ και Λικ Νταρντέν με τους: Μαριόν Κοτιγιάρ, Φαμπρίτσιο Ρονγκιόνε, Κατρίν Σαλέ.
άλφα κάπα
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο φύλλο 10 της εφημερίδας “Το Χαμπέρι”, Δεκέμβρης 2014