«Το μικρό χωριό, που τόσο καλά γνωρίζουμε, ζει ευτυχισμένο κάτω από τον ζεστό ανοιξιάτικο ήλιο, δίπλα στο μεγάλο δάσος της Αρμορικής […] Ναι, το μικρό μας χωριό ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία… και δεν έχει δίκιο, γιατί το μέλλον θα είναι κάπως ΕΤΣΙ!!»
Διαβάζοντας την «Κατοικία των θεών» («Le domaine des dieux») των Uderzo & Goscinny κάτω από το φως γεγονότων σημερινών, νιώθεις την ιστορία αυτή υπερβολικά οικεία, σα να γράφτηκε πρόσφατα και για μια γειτονιά πολύ πιο γνώριμη και κοντινή, μια γειτονιά όπως η δική μας Νέα Φιλαδέλφεια.
Ας δούμε όμως την υπόθεση αυτής της πολύ ιδιαίτερης περιπέτειας του Αστερίξ: το γνωστό μας γαλατικό χωριό, έχοντας κερδίσει την ελευθερία του αντιστεκόμενο ήδη αρκετές φορές στο ρωμαϊκό εδαφικό επεκτατισμό, ζει μια ζωή ήρεμα ευτυχισμένη δίπλα στο όμορφο δάσος του. Όμως ο Καίσαρας έχει άλλα σχέδια: αποφασίζει να επιβληθεί στο ανυπότακτο χωριό με άλλο τρόπο, αναγκάζοντάς το να δεχτεί τον «πολιτισμό»: θα καταστρέψει το δάσος, που θα δώσει τη θέση του σε ένα «πάρκο». «Τέλος, πολυκατοικίες που θα κατοικηθούν από Ρωμαίους, θα χτιστούν γύρω από το χωριό που θα καταντήσει μια υποβαθμισμένη αμφορούπολη (χωματερή) καταδικασμένη να προσαρμοστεί ή να εξαφανιστεί».
Για να πετύχει το σκοπό αυτό, επιστρατεύει αυτή τη φορά όχι στρατιώτες, αλλά υποσχέσεις για ανάπτυξη και για καλύτερη ζωή. Τα μέσα του είναι τώρα μακέτες, αρχιτέκτονες, δούλοι-χτίστες, και βέβαια μια καλά οργανωμένη διαφημιστική καμπάνια: το μοντέρνο γιγαντιαίο συγκρότημα θα περιλαμβάνει αρένα, λουτρά και εμπορικό κέντρο και θα ονομαστεί «κατοικία των θεών», ένα όνομα που ο Καίσαρας είναι βέβαιος πως θα προσελκύσει πελάτες… Η υπόθεση δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από ένα καλό μέτρημα, που εύλογα δημιουργεί υποψίες στους γεροντότερους και σοφότερους. Φυσικά, για να μπορέσει κανείς να ξεριζώσει τα δέντρα, θα πρέπει πρώτα να ξεριζώσει τους κατοίκους ή να τους αλλοτριώσει, υποσχόμενος εφήμερα κέρδη, σπέρνοντας τη διχόνοια, διαταράσσοντας τις μεταξύ τους σχέσεις μέσα από αθέμιτο οικονομικό ανταγωνισμό (ανοίγω ένα ψαράδικο δίπλα στο ψαράδικο που άνοιξε δίπλα στο ψαράδικο), παρεμβαίνοντας στην τοπική κοινωνία για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των νεοφερμένων επισκεπτών, με αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση των τιμών – και γενικότερα εκβιάζοντας την εξέλιξη των πραγμάτων.
Οι αντιθέσεις δεν κινούνται σ’ ένα μόνο επίπεδο: έτσι οι κάτοικοι προσπαθούν να βοηθήσουν τους δούλους-χτίστες να ελευθερωθούν με την ελπίδα πως θα τους στηρίξουν, εκείνοι όμως μόλις βρίσκονται με τη βοήθεια του μαγικού ζωμού σε προνομιακή θέση, διεκδικούν εργασιακά δικαιώματα, ολοκληρώνουν το έργο και εγκαταλείπουν την υπόθεση. Τελικά οι κάτοικοι συνασπίζονται και κατορθώνουν να διώξουν τους κατακτητές, να γκρεμίσουν την κατοικία των θεών και να ξαναφυτέψουν δέντρα. Έτσι το δάσος «ξανακατακτά τα δικαιώματά του» και οι Γαλάτες μας γιορτάζουν σ’ ένα ξέφωτο του δάσους, μέχρι την επόμενη φορά που θα χρειαστεί «να σταματήσουν τη ροή των πραγμάτων» κι έχοντας συνείδηση πως χρειάζεται να είναι σε διαρκή επιφυλακή.
Το τεύχος του Αστερίξ με τον τίτλο «Η κατοικία των θεών» κυκλοφόρησε το 1971, την εποχή των πρώτων προσπαθειών εδαφικής επέκτασης του Παρισιού προς την εξοχή με τη δημιουργία κολοσσιαίων εμπορικών κέντρων (Loleck, «Le domaine des dieux», http://www.du9.org/dossier/domaine-des-dieux-le/). Φαίνεται πως οι Albert Uderzo και René Goscinny εμπνεύστηκαν την ιστορία τους από το «Παρλί 2» (Parly II), γιγαντιαίο εμπορικό κέντρο που φυτεύτηκε το 1969 δίπλα στο δάσος του Μαρλί (Marly), στα 20 χιλιόμετρα δυτικά του Παρισιού, στην κατεύθυνση της Αρμορικής. Την περιοχή αυτή, γράφουν οι αρχαίοι γεωγράφοι Ποσειδώνιος και Στράβων, κατοίκησαν Γαλάτες πρόσφυγες του Βελγίου, οι οποίοι κατέφυγαν εκεί σπρωγμένοι απ’ τις διώξεις γερμανικών φύλων, και την ονόμασαν Aremorica, που σημαίνει στα κέλτικα «η χώρα δίπλα στη θάλασσα».
Το «Παρλί 2», λοιπόν, η κατασκευή του οποίου συνδυάστηκε με την οικοδόμηση ενός τεράστιου συγκροτήματος κατοικιών από εταιρείες μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων (του Robert Zellinger de Balkany, βασιλιά των εμπορικών κέντρων στη Γαλλία) εγκαινιάστηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1969 παρά τις αντιδράσεις που ξεσηκώθηκαν τόσο για τη δασική περιοχή στην οπoία αποφασίστηκε να χτιστεί, όσο και για την ονομασία του. Η αρχική ιδέα ήταν να ονομαστεί «Παρίσι 2» (Paris II), τελικά όμως υιοθετήθηκε ένα όνομα υβριδικό, από το «Παρ-» του Παρισιού και το «-λί» του γειτονικού δάσους του Μαρλί. Διατηρήθηκε ωστόσο στην ονομασία ο αριθμός 2 που συνεχίζει να παραπέμπει στην αρχική ιδέα της δημιουργίας ενός «δεύτερου Παρισιού», κατασκευασμένου αποκλειστικά για την ικανοποίηση του δυτικού καταναλωτικού ονείρου που ανέτελλε την εποχή εκείνη, βρίσκοντας έκφραση μέσα απ’ τα μεγάλα εμπορικά κέντρα (malls).
Παράλληλα όμως υπήρχαν φωνές διαμαρτυρίας που αγωνίζονταν για την υπεράσπιση της φύσης και των ελεύθερων δημόσιων χώρων, ενώ επιστήμονες εντόπιζαν τις επεκτατικές τάσεις των πόλεων απ’ τις αρχές ήδη της δεκαετίας του ’60 (βλ. P.-H. Chombart de Lauwe 1963, Des hommes et des villes / Για τους ανθρώπους και τις πόλεις, Paris: Petite Bibliothèque Payot). Λίγο πριν την οικοδόμηση του «Παρλί 2», το 1968, ο Ανρί Λεφέβρ γράφει στο βιβλίο του Το δικαίωμα στην πόλη για τη σχέση πόλης και υπαίθρου: «η πόλη επεκτεινόμενη επιτίθεται στην ύπαιθρο, τη διαβρώνει, τη διαλύει» (Henri Lefebvre, Le droit à la ville, Paris: Ed. Anthropos, σελ. 78), μόνο για να επιβεβαιώσει τη συνέχιση ενός φαινομένου που περιγράφεται σε όλη την αγριότητά του πάνω από έναν αιώνα νωρίτερα στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848): «Η αστική τάξη υπέταξε την ύπαιθρο στην κυριαρχία της πόλης. […] Όπως εξάρτησε την ύπαιθρο από την πόλη, έτσι εξάρτησε τις βάρβαρες και τις μισοβάρβαρες χώρες από τις πολιτισμένες, τους αγροτικούς λαούς από τους αστικούς λαούς, την Ανατολή από τη Δύση». Το 1970, δηλαδή λίγο μετά τη δημιουργία του, το «Παρλί 2» σχολιάζεται στο κλασικό βιβλίο του γάλλου κοινωνιολόγου Ζαν Μποντριγιάρ Η κοινωνία της κατανάλωσης στο πλαίσιο της κριτικής του στην κοινωνία της αφθονίας (Jean Baudrillard, La Société de consommation, Ed. Denöel, σελ. 21-26), ενώ την ίδια χρονιά ο Λεφέβρ εξελίσσει τη σκέψη του σχετικά με τις μορφές επικυριαρχίας της πόλης πάνω στη φύση στο βιβλίο του Η αστική επανάσταση (La révolution urbaine, Paris: Gallimard). Στην ίδια κατεύθυνση και οι Uderzo & Goscinny σχολιάζουν τα γεγονότα μέσα από μερικούς θαυμάσιους αναχρονισμούς, που παραπέμπουν στη διαχείριση του χώρου από την τεχνοκρατία της εποχής Πομπιντού (σε μια ευθεία αντιστοιχία, το δάσος που γίνεται πάρκο στην περίπτωσή μας θα μπορούσε να ονομαστεί «μητροπολιτικό»).
Το Παρλί 2 εξακολούθησε βέβαια να ζει και να βασιλεύει. Ανήκει σήμερα στον Όμιλο Unibail-Rodamco, την κορυφαία στην Ευρώπη επιχείρηση real estate που ειδικεύεται στα εμπορικά κέντρα, η οποία το ανακαίνισε το 2011 και το εκμεταλλεύεται έκτοτε, στοιχείο ενδεικτικό του τι συμβαίνει συνήθως όταν τα πράγματα πάρουν έναν τέτοιο δρόμο.
Οποιαδήποτε σχέση με πρόσωπα και πράγματα ναι, είναι τυχαία. Αν προσπαθήσουμε να μεταθέσουμε την πλοκή της ιστορίας, θα διαπιστώσουμε ότι το μικρό γαλατικό χωριό δεν μπορεί να είναι η Νέα Φιλαδέλφεια, διότι δεν υπάρχει πλήρης αντιστοιχία σε πρόσωπα και πράγματα:
– ούτε ένα δάσος που απειλείται
– ούτε μια μακέτα
– ούτε ένα όνομα με θρησκευτικές παραπομπές για ένα κτίσμα που δε σχετίζεται με τη θρησκεία
– ούτε ένας Καίσαρας που θέλει να αποφασίσει για το μέλλον ενός τόπου και των κατοίκων του, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα, σε μια λογική αποικιοκρατική
– ούτε ένας κόσμος προσφυγικής καταγωγής που προσπαθούν να του περάσουν το όνειρο της ανάπτυξης και της οικονομικής ευμάρειας – η οποία θα έρθει βέβαια, αλλά γι’ αυτούς που θα εκμεταλλευτούν τον τόπο του.
Καταλήγοντας παρόλ’ αυτά αναπόφευκτα στο συμπέρασμα πως κάτω από ανάλογες συνθήκες η ιστορία επαναλαμβάνεται, χρειάζεται να πει η τοπική κοινωνία το μεγάλο όχι που λέει κι ο ποιητής και να αντισταθεί, αν θέλει κι αυτή να γιορτάσει μια μέρα στο δάσος τη νίκη της, σα γνήσιο γαλατικό χωριό!
λ.
Πρωτοδημοσιεύτηκε στο Χαμπέρι φ. 12, καλοκαίρι 2015